Απαγορεύεται η αναδημοσίευση των αναρτήσεων του ιστολογίου χωρίς την έγγραφη άδεια του διαχειριστή

Σάββατο 11 Σεπτεμβρίου 2010

Μεγάλη μέρα για τη Δημοτική Γλώσσα - Ο Γεώργιος Παπανδρέου 46 χρόνια πριν την καθιερώνει ως επίσημη γλώσσα της εκπαίδευσης.


Ακολουθεί σύντομη εξιστόρηση του γλωσσικού ζητήματος στην Ελλάδα:


Γλωσσικό ζήτημα στην Ελλάδα ονομάστηκε από τους ιστορικούς και τους γλωσσολόγους το πρόβλημα που δημιουργήθηκε από τη διαφορά ανάμεσα στη γραπτή γλώσσα των λογίων και τη γλώσσα του λαού, η οποία άρχισε να διαμορφώνεται κατά την ελληνιστική εποχή και κληροδοτήθηκε στη βυζαντινή και στη νέα ελληνική.

Κατά τη διάρκεια της τουρκοκρατίας ήταν αναγκαίο να γράφονται συγγράμματα στη γλώσσα του λαού, ώστε να γίνονται κατανοητά από τους ολιγογράμματους υπόδουλους Έλληνες. Έτσι, λόγιοι όπως οι Ν. Σοφιανός (15ος αι.), Μάξιμος Καλλιπολίτης (16ος-17ος αι.), Φραγκίσκος Σκούφος (17ος αι.), Ηλίας Μηνιάτης (18ος αι.), Άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός (18ος αι.) και πάρα πολλοί άλλοι έγραφαν στη δημοτική, χωρίς να λείπουν φυσικά και αυτοί που έγραφαν σε αρχαΐζουσα γλώσσα.

Στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου αιώνα οι λόγιοι ήταν διχασμένοι στο γλωσσικό ζήτημα· πολλοί έγραφαν στην αρχαΐζουσα (Α. Γαζής, Ν. Δούκας, Ν. Θεοτόκης, Π. Κοδρικάς), ενώ άλλοι στη δημοτική ή πολύ κοντά σ’ αυτήν (Ρήγας, Γ. Κωνσταντάς, Δ. Φιλιππίδης, Δ. Καταρτζής, Ι. Βηλαράς, Α. Χριστόπουλος, Δ. Σολωμός). Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Α. Κοραή, ο οποίος πρότεινε μια μέση λύση ανάμεσα στη λόγια και τη δημοτική γλώσσα: η δημοτική να κρατά τους τύπους των λέξεών της αλλά να προσθέτει λόγιες καταλήξεις. Να λέει δηλαδή αντί ψάρι οψάριον, αντί πουλί πουλίον, αντί νοικοκύρης οικοκύριος κ.ο.κ.

Η κατάσταση του γλωσσικού ζητήματος παρέμεινε η ίδια και στα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια. Το 1853 ο Π. Σούτσος κήρυξε την επιστροφή στην αρχαία ελληνική γλώσσα προτείνοντας τη χρήση της αρχαίας γραμματικής, του αρχαίου λεξιλογίου και του αρχαίου συντακτικού. Τα ίδια περίπου με το Σούτσο υποστήριξε και ο μεγαλύτερος φιλόλογος της εποχής Κ. Κόντος. Αντίπαλος του Κόντου ήταν ο επίσης μεγάλος φιλόλογος Δ. Βερναρδάκης. Στο βιβλίο του «Ψευδαττικισμού έλεγχος» (1884) ο Βερναρδάκης επισημαίνει τους κινδύνους του εξαττικισμού της ελληνικής γραπτής γλώσσας, που θα την έκανε προνόμιο πολύ λίγων ανθρώπων.

Το 1888 ο Γ. Ψυχάρης, που δίδασκε στο Παρίσι, κυκλοφόρησε το βιβλίο «Το ταξίδι μου», που υπήρξε σταθμός στην πορεία του γλωσσικού ζητήματος. Ο Ψυχάρης κήρυττε ότι η δημοτική έπρεπε να καθιερωθεί ως γραπτή γλώσσα του έθνους. Το κήρυγμα αυτό, παρά τις επιφυλάξεις που μπορεί να είχε κανείς για τις λύσεις που πρότεινε, πολύ σύντομα άρχισε να καρποφορεί· οι λογοτέχνες άρχισαν σιγά σιγά να γράφουν στη δημώδη γλώσσα, έγιναν προσπάθειες να καθιερωθεί η δημοτική στην εκπαίδευση και σε άλλους τομείς της πνευματικής ζωής. Διάφορα προοδευτικά σωματεία σε όλη τη χώρα αφοσιώθηκαν σ’ αυτό το έργο: η εταιρεία «Εθνική γλώσσα», η «Φοιτητική συντροφιά» (1910), το «Προοδευτικό κέντρο» (1912), ο «Σύλλογος για την εθνική γλώσσα Σολωμός» (1908), ο «Σύλλογος δημοτικιστών Ηρακλείου» (1909), η «Δημοτική ομάδα» κ.ά. Στην Αθήνα εκδόθηκε το περιοδικό των δημοτικιστών «Νουμάς» και στην Κωνσταντινούπολη η εφημερίδα «Λαός».

Το 1917 η κυβέρνηση Βενιζέλου καθιέρωσε τη δημοτική στα δημοτικά σχολεία και περιόρισε την καθαρεύουσα στις δύο τελευταίες τάξεις. Το 1941 εκδόθηκε από το κράτος η «Νεοελληνική γραμματική της δημοτικής», την οποία σύνταξε επιτροπή ειδικών με πρόεδρο και εισηγητή το Μ. Τριανταφυλλίδη. Η επιτροπή καθιέρωσε τα γραμματικά στοιχεία και το λεξιλογικό θησαυρό της προφορικής παράδοσης και προσάρμοσε τις λέξεις στη δημοτική.

Μετά από παλινδρομήσεις που σχετίζονται άμεσα με τις κάθε φορά πολιτικές εξελίξεις, η δημοτική έγινε η επίσημη γλώσσα του κράτους το 1975 και από το 1976 άρχισε η σταδιακή μεταγλώττιση των σχολικών βιβλίων, η κωδικοποίηση των γραμματικών στοιχείων της δημοτικής και η εισαγωγή της στα επίσημα κρατικά όργανα (μέσα ενημέρωσης, δημόσιες υπηρεσίες, δικαστικά έγγραφα, πανεπιστημιακά συγγράμματα κτλ.).