- Διεύθυνσή μου
- Ένα σπιρτόξυλο για πέννα
- αίμα στο πάτωμα χυμένο για μελάνι
- το ξεχασμένο περιτύλιγμα της γάζας για χαρτί
- Μα τι να γράψω;
- Τη Διεύθυνσή μου μονάχα ίσως προφτάσω
- Παράξενο και πήζει το μελάνι
- Μέσ’ από φυλακή σας γράφω
- στην Ελλάδα
- (Αλέκος Παναγούλης - Στρατιωτικές Φυλακές Μπογιατίου, 5 Ιουνίου 1971 – Μετά ξυλοδαρμό)
Ο Αλέκος Παναγούλης ήταν αγωνιστής του αντιδικτατορικού αγώνα εναντίον του καθεστώτος της 21ης Απριλίου (1967-1974). Υπήρξε γόνος δημοκρατικής οικογένειας. Ο μεγάλος του αδελφός Γιώργος Παναγούλης, υπολοχαγός του ελληνικού στρατού, εξοντώθηκε τους πρώτους μήνες της δικτατορίας, ενώ ο τρίτος αδελφός Στάθης Παναγούλης φυλακίστηκε και βασανίστηκε.
Ο Παναγούλης σπούδασε στο Ε.Μ.Π. και υπήρξε γενικός γραμματέας της νεολαίας της Ένωσης Κέντρου (ΕΔΗΝ). Το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου τον βρήκε να υπηρετεί τη θητεία του. Αμέσως λιποτάκτησε και πέρασε στην παρανομία. Υπήρξε ο ηγέτης της οργάνωσης «Ελληνική Αντίσταση» και του «Λαϊκού Αντιστασιακού Οργανισμού Σαμποτάζ» (ΛΑΟΣ). Ο Παναγούλης οργάνωσε και εκτέλεσε ο ίδιος την περίφημη απόπειρα κατά του δικτάτορα Γ. Παπαδόπουλου το 1968. Η απόπειρα απέτυχε και ο Παναγούλης οδηγήθηκε στα κρατητήρια της Ε.Σ.Α., όπου βασανίστηκε φριχτά, αλλά δεν ομολόγησε τίποτε για την οργάνωσή του. Η δικτατορία δεν τόλμησε να τον εκτελέσει. Χιλιάδες εκκλήσεις προσωπικοτήτων από όλο τον κόσμο απέτρεψαν την εκτέλεση της απόφασης του δικαστηρίου. Αντ’ αυτού τον φυλάκισαν για πέντε χρόνια σε ένα κελί-τάφο στις φυλακές του Μπογιατίου, από όπου ο Παναγούλης αποπειράθηκε να αποδράσει δυο φορές. Μέσα στη φυλακή, τις περισσότερες φορές με αίμα αντί για μελάνι, έγραψε δεκάδες ποιημάτων, που το 1974 συγκεντρώθηκαν σε έναν τόμο.
Στην μεταπολίτευση ο Αλέξανδρος Παναγούλης εκλέγεται βουλευτής της Β΄ Αθηνών με την Ένωση Κέντρου-Νέες Δυνάμεις, καθώς αρνείται να συνεργαστεί με το ΠΑΣΟΚ, στις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου. Επιδιώκει την απομόνωση των πολιτικών που συνεργάστηκαν με το δικτατορικό καθεστώς της Χούντα των Συνταγματαρχών και εξαπολύει σωρεία καταγγελιών. Λίγο μετά την εκλογή του έρχεται σε ρήξη με την ηγεσία του κόμματος του γιατί είχε συγκεντρώσει στοιχεία για τη συνεργασία του Δημήτρη Τσάτσου με το χουντικό καθεστώς, με συνέπεια να αρνηθεί να συνυπάρξει με τον "προδότη" στο ίδιο κόμμα και παραιτείται. Παρέμεινε όμως στη Βουλή των Ελλήνων ως ανεξάρτητος βουλευτής. Επιμένει στις καταγγελίες του και έρχεται σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τον Υπουργό Εθνικής Αμύνης, Ευάγγελο Αβέρωφ και τον Δημήτρη Τσάτσο. Δέχθηκε πολιτικές πιέσεις αλλά και απειλές για τη ζωή του για να αποσύρει τις καταγγελίες του, όπως διαρρήξεις στο πολιτικό του γραφείο, μηνύματα που του άφηναν άγνωστοι κλπ. Την πρωτομαγιά του 1976 σε ηλικία 38 ετών σκοτώνεται, κατόπιν τροχαίου ατυχήματος στην λεωφόρο Βουλιαγμένης (το αυτοκίνητό του έπεσε σε υπόγειο κατάστημα επί της λεωφόρου κάθετα στην πορεία), λίγες μέρες πριν την αποκάλυψη των φακέλων σχετικά με τα όργανα ασφαλείας της Χούντας. Η αποκάλυψη των φακέλων, που δεν έλαβε χώρα ποτέ, λέγεται ότι περιείχε αδιαμφισβήτητες αποδείξεις εις βάρος ορισμένων πολιτικών που συνεργάστηκαν με την χούντα. Κατά πολλούς, το τροχαίο ατύχημα είχε στηθεί για να θέσει τον Αλέξανδρο Παναγούλη εκτός μάχης και να εξαφανίσει τις αποδείξεις που είχε υπό την κατοχή του.
Για τη ζωή του γράφτηκαν πολλά βιβλία. Ανάμεσα σε αυτά ξεχωρίζουν η βιογραφία του από τη συντρόφου του στη ζωή Οριάνα Φαλάτσι με τον τίτλο «Ένας Άντρας» (1980) και το βιβλίο - έρευνα του Κώστα Μαρδά με τίτλο "Αλέξανδρος Παναγούλης – Πρόβες Θανάτου"(1997).